Μικρός αριθμός δειγμάτων σχετικώς νέου (και κατ' εξοχήν ελληνικού ενδιαφέροντος) είδους, με σχήμα λεπτό ατρακτοειδές, πρωτοκόγχη περίπου 2,5 ελιγμών και τελεοκόγχη 6 ή 7 ελιγμών, άνοιγμα στενό & επίμηκες, που απολήγει σε ευρύ & κοντό σιφωνικό κανάλι και άτρακτο κυματιστή. Διαθέτει ανάγλυφο από 7 έως 10 παχειές αξονικές ραβδώσεις, ίσου πλάτους με τα μεσοδιαστήματα (ή και ελαφρώς φαρδύτερες αυτών), καθώς και από άφθονες, κανονικά κατανεμημένες σπειροειδείς γραμμώσεις, αλληλοτεμνόμενες με αυξητικές γραμμές. Οι σπειροειδείς υπέρκεινται των αξονικών, αλλά σε πολλά δείγματα αυτό δεν είναι ευδιάκριτο. Το όστρακο είναι στερεό, παρουσιάζει χρωματική ποικιλομορφία (κιτρινωπό, μπέζ έως ανοιχτό καφέ, αλλά και ιώδες γκρί), με καφέ ζώνη στις ραφές των ελιγμών (περισσότερο ευδιάκριτη στα μεσοδιαστήματα των αξονικών) και άλλη μία φαρδύτερη στην περιφέρεια του τελικού ελιγμού, η οποία διακρίνεται ευκολώτερα στο εσωτερικό του ανοίγματος των πιό ανοικτόχρωμων δειγμάτων. Η πρωτοκόγχη είναι συνήθως σκουρότερων τόνων (πλήν της λευκάζουσας κορυφής), όπως και τα μεσοδιαστήματα των αξονικών, σε σχέση με την πιό ανοικτόχρωμη (έως και υπόλευκη) επιφάνεια αυτών. Το είδος ήταν γνωστό από προηγούμενες ταξινομήσεις ως (f) atticae του συγγενούς Bela taprurensis, με αναφερόμενα χαρακτηριστικά της μορφής το σχετικά υψίκορμο σχήμα, τους όχι πολύ στρογγυλεμένους ελιγμούς και τους σκουρόχρωμους τόνους στα μεσοδιαστήματα των αξονικών ραβδώσεων.
Mangeliidae